Ποιος ή πως ;

Το θεμελιακό ερώτημα είναι ποιός ή ποιοί θα κυβερνήσουν τον τόπο ή πως αυτός θα κυβερνηθεί; Πως θα ξεβρωμίσει, πως θα ξεβαλτώσει; Με ποιές αξίες και αρχές, ποιούς κανόνες, ποιό πρόγραμμα, ποιές διαδικασίες;

Η εμπειρία έχει δείξει και στην Ελλάδα και αλλού, ότι παρόλο που δεν είναι αδιάφορο το ερώτημα του ποιός κυβερνά, είναι ακόμα πιό κρίσιμο το ερώτημα πως κυβερνά. Με πρώτη προτεραιότητα την εξυπηρέτηση της κοινωνίας ή την αναπαραγωγή της εξουσίας του κόμματος ή μιάς ηγετικής του ομάδας; Με συμμετοχή ή όχι των πολιτών; Με ή δίχως αξιοκρατία; Αναλαμβάνοντας τις ευθύνες ή ρίχνοντάς τες πάντα στους άλλους; Κοντοπρόθεσμα, τυχάρπαστα, καιροσκοπικά ή μακροπρόθεσμα, μελετημένα, με ανυστεροβουλία;

Το φωνάζουν κι οι πέτρες, πως η Ελλάδα έχει ανάγκη από μια καθολική μεταρρύθμιση, από μια αναγέννηση, σε όλους ανεξαίρετα τους τομείς της δημόσιας ζωής. Έχει ανάγκη να επανιδρυθεί η ίδια στη σύγχρονη εποχή αξιοποιώντας την πείρα από τα διακόσια κοντά χρόνια της σύγχρονης ζωής της. Αν αυτό αληθεύει, δεν μπορεί να γίνει μόνο από ένα κόμμα, μόνο από μια πολιτική αντίληψη, δεν μπορεί να γίνει με παλιά μόνο όπλα και παλιές ιδεοληψίες, με διχαστικό τρόπο, δίχως τη μεγαλύτερη δυνατή συμμετοχή των πολιτών. Για να αναγεννηθεί, για να «ξεκολλήσει», όπως θέλετε πέστε το, η χώρα, πρέπει να αναγεννηθούμε, να ξεπεράσουμε όλοι κι όλες, που τη συνθέτουμε, τους εαυτούς μας.

Όταν διάφορα μοντέλλα του περασμένου αιώνα έχουν δείξει τα όριά τους, τόσο το δογματικά κρατικιστικό όσο και το δογματικά νεοφιλελεύθερο ατομικιστικό, όταν τα δεδομένα και οι ανάγκες διαρκώς μεταβάλλονται, με ποιά καρδιά και ποιό νου παραμένουμε προσκολλημένοι σε αυτά; Μήπως για την αναπαραγωγή της εξουσίας μας και της αδράνειάς μας;

Μήπως ήρθε η ώρα να προτάξουμε το άκουσον πριν το πάταξον; Τον καθολικό κοινωνικό και πολιτικό, ερευνητικό, απροκατάληπτο διάλογο, δίχως έτοιμα τα μαχαίρια στις θήκες, με προαποδοχή της μονομέρειας όλων μας. Και να θεμελιώσουμε πάνω σε αυτή την αρχή, πάνω σε ένα λευκό χαρτί, σεβόμενοι τις παραδόσεις, τις επιμέρους εμπερίες, όψεις, απόψεις, ένα καθολικό δημιουργικό αναγεννητικό μεταρρυθμιστικό κίνημα; Για την επανίδρυση της Ελλάδας στο σύγχρονο κόσμο. Μιάς Ελλάδας αυτοθεσπιζόμενης, πραγματικά δημοκρατικής, κοινωνικά δίκαιης και οικολογικής, εστίας συνάντησης του παγκόσμιου πολιτισμού.

Ισως βρισκόμαστε μπροστά σε μια ιστορική ευκαιρία. Θα είναι κρίμα να τη χάσουμε ασχολούμενοι με τα πίτουρα. Θα είναι κρίμα η σημερινή κρίση, όπως έχει γίνει επανειλημμένα στο παρελθόν, να μας οδηγήσει λόγω της ιδιοτέλειάς μας και της μυωπίας μας σε νέα οπισθοδρόμηση. Οι δημιουργικοί αφανάτιστοι άνθρωποι σε αυτό τον τόπο, όπου κι αν βρίσκονται, μπορούν να συνδράμουν καθοριστικά με πρωτοβουλιακό κι ενωτικό πνεύμα σε μια τέτοια αναγεννητική προσπάθεια.

Δημοσιεύθηκε στην «Ελευθεροτυπία» στις 18.06.2008

Κάθετη διαφωνία, οριζόντια απραξία

Εχω δει: στα νιάτα μου μέσα στους κόλπους τού κατά τα άλλα ένδοξου αντιδικτατορικού φοιτητικού κινήματος, και δεν το λέω ειρωνικά, να υπάρχουν καμιά εικοσαριά, άλλες μεγάλες κι άλλες μικρές, κομμουνιστικές οργανώσεις, εκ των οποίων γύρω στις πέντε μαοϊκές.

Φυλακισμένους και βασανισμένους αγωνιστές της δημοκρατίας και της κοινωνικής αλλαγής να απαρνούνται κάθε έννοια δημοκρατίας στις οργανώσεις τους, μόλις έχαναν την πλειοψηφία.

Ηγέτες κομμάτων να διαγράφουν τα πιο ικανά από τα στελέχη τους και να συγκεντρώνουν γύρω τους τα πιο ανίκανα. Ιδρύσεις νέων κομμάτων από ιδρυτές που δεν κατόρθωσαν να εκλεγούν πρόεδροι των προηγούμενων κομμάτων τους. Υπονόμευση εκλεγμένων προέδρων κομμάτων από μη εκλεγμένους ή μελλοντικά υποψήφιους προέδρους.

Στα σπίτια, στα καφενεία, στα γήπεδα, στα γραφεία, στις συνελεύσεις, στις συνεδριάσεις, στις τηλεοράσεις, να τρωγόμαστε σαν τα σκυλιά για το ποιος έχει δίκιο.

Αραγε για το δίκιο τρωγόμαστε ή για την επιβίωση και την αναπαραγωγή της επιβίωσης; Εξ άλλου δίκαιο σημαίνει ισορροπία, να εξασφαλίζεται η ζωή και η αναπαραγωγή της ζωής για όλους.

Βλέπω και πιστεύω ότι τα 9/10 του πολιτικού χρόνου στο σύνολο του πολιτικού φάσματος ξοδεύονται για το ποιος έχει δίκιο για ένα πρόβλημα, παρά για την επίλυσή του.

Το πρόβλημα του σκυλοκαυγά είναι πανανθρώπινο. Φαίνεται όμως πως στην Ελλάδα έχουμε μια ξεχωριστή παράδοση. Εθνικοί διχασμοί, εμφύλιοι, δικτατορίες, μέχρι και στα γήπεδα διακρινόμαστε. Θερμόαιμοι μεσογειακοί; Γιατί όχι και αυτό. Μα και μια νεοελληνική κοινωνία κι ένα νεοελληνικό κράτος που από την αρχή της ίδρυσής του δεν είχε συνοχή, δική του ιδεολογία, πολιτική, αυτοθέσπιση, έρμαιο των μεγάλων ξένων δυνάμεων που βοήθησαν για τα δικά τους συμφέροντα στην αρχική του συγκρότηση.

Είναι χαρακτηριστικό, παρά την εθνική συμφιλίωση, ότι ακόμα δεν έχουμε πει γιατί έγινε ο εμφύλιος στην Ελλάδα. Γιατί μόνο σε μας ήρθε μετά τον πόλεμο ο Τσόρτσιλ και στείλαν οι Αγγλοι στρατεύματα. Γιατί μετά μας πασάρανε στους Αμερικανούς. Γιατί αυτοί ενώ ελέγχανε τη χώρα, μας ρίξανε και μια δικτατορία να την ελέγχουν ακόμα περισσότερο. Γιατί οι Ρώσοι, προκειμένου να βάλουν στο χέρι μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο την Τσεχοσλοβακία και την Πολωνία, άφησαν για αντιπερισπασμό το ΚΚΕ να προχωρήσει σε έναν από χέρι χαμένο εμφύλιο.

Πρωταρχικό κριτήριο για τον πολιτισμό κάθε κοινωνίας νομίζω πως είναι ο αλληλοσεβασμός όλων των πολιτών της. Τότε χρειαζόμαστε μια καθολική πολιτισμική επανάσταση. Μια επανίδρυση, όχι του α’ ή β’ κόμματος, αλλά της ίδιας της Ελλάδας σύμφωνα με τις σημερινές ανάγκες, δυνατότητες κι αδυναμίες της κοινωνίας της και σύμφωνα με τη θέση της στο σύγχρονο παγκόσμιο πλαίσιο.

Αναγκαία προϋπόθεση για μια τέτοια ή οποιαδήποτε άλλη δημιουργική προσπάθεια είναι να εγκαταλείψουμε την ατομική ψευδαίσθηση παντογνωσίας και υπεροχής, την επιθυμία διαρκούς εφεύρεσης «κάθετων» διαφωνιών, τη δίχως πρακτικό κοινωνικό αντίκρισμα κοκορομαχία. Να αναγνωρίσουμε πως όλοι κι όλες μας δεν είμαστε παρά, αναπόφευκτα, διαφορετικά και μονομερή ανθρωπάκια, που αν θέλουμε να ζήσουμε συλλογικά καλύτερα, πρέπει να εργαστούμε δημιουργικά για το όποιο κοινό μας καλό και να συνθέσουμε. Η διεύρυνση της δημοκρατίας, της κοινωνικής δικαιοσύνης, της οικολογικής συμπεριφοράς και της εθνικής ανεξαρτησίας και αυτοπεποίθησης, δίχως μια τέτοια αντίληψη θα παραμένουν ένα δημαγωγικό ευχολόγιο, προς τέρψιν των κάθε λογής ντόπιων και ξένων λαμόγιων.

Δημοσιεύθηκε στην «Ελευθεροτυπία» στις 30.05.2008 και στο μεγαλύτερο τμήμα του αποτελεί απόσπασμα του άρθρου «Απόπειρα αυτογνωσίας».